Ἀδαμάντιος

Ἀδαμάντιος
Ἀδαμάντιος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αδαμάντιος — Χριστιανικό λογοτεχνικό κείμενο. Τιτλοφορείται και Διάλογος περί της εις Θεόν ορθής πίστεως.O συγγραφέας του χριστιανικού αυτού κειμένου είναι άγνωστος. Έως τον 16ο αι. πίστευαν ότι το έργο γράφτηκε από τον Ωριγένη, επειδή o πρωταγωνιστής του… …   Dictionary of Greek

  • Ανδρουτσόπουλος, Αδαμάντιος — (Ψάρι Τριφυλίας 1919 – 2000). Νομικός και πολιτικός. Το όνομά του συνδέθηκε στενά με τη δικτατορία 1967 74. Σπούδασε στα πανεπιστήμια Αθηνών και Σικάγο. Διετέλεσε υπουργός υπό τον Γεώργιο Παπαδόπουλο (Οικονομικών 1967 71 και Εσωτερικών 1971 73).… …   Dictionary of Greek

  • Κοραής, Αδαμάντιος — (Σμύρνη 1748 – Παρίσι 1833). Λόγιος και Διδάσκαλος του Γένους. Γόνος εύπορης οικογένειας καταγόμενης από τη Χίο, ο Κ. ανατράφηκε στη Σμύρνη και σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή, η οποία όμως τότε δεν προσέφερε παρά «διδασκαλίαν πολλά πτωχήν,… …   Dictionary of Greek

  • Αδαμαντίου, Αδαμάντιος — (1875 – 1937). Βυζαντινολόγος, καθηγητής της ιστορίας της βυζαντινής τέχνης στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η καταγωγή του ήταν από τη Μεσσηνία. Τo 1900 παρακολούθησε ως κρατικός υπότροφος μαθήματα βυζαντινών σπουδών στο Παρίσι. Το …   Dictionary of Greek

  • Διαμαντόπουλος, Αδαμάντιος — (Αγχίαλος 1869 – Αθήνα 1948). Ιστορικός, καθηγητής και δημοσιογράφος. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και στο Κίεβο της Ουκρανίας. Το 1893 διορίστηκε καθηγητής της ιστορίας στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, όπου παρέμεινε έως το 1902 …   Dictionary of Greek

  • Παχουνδάκης, Αδαμάντιος — (1877 – 1944). Ο πρώτος Έλληνας υδροβιολόγος. Kαταγόταν από την Κρήτη, αλλά γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Παράλληλα με την υδροβιολογία, ασχολήθηκε και με την παλαιοντολογία. Η ανακοίνωσή του για τη γεωλογική σύνθεση περιοχής της… …   Dictionary of Greek

  • АДАМАНТИЙ —    • Άδαμάντιος,          александрийский врач из евреев, в 415 г. бывший в Константинополе и принявший там христианство, а затем вернувшийся в Александрию. Он обработал, по Полемону, две книги φυσιογνωμικά (изд. Franz, Scriptt. physiogn.) и… …   Реальный словарь классических древностей

  • Κοραής — Αδαμάντιος, Έλληνας λόγιος και φιλόλογος, μεγάλος διδάσκαλος του Γένους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἀδαμαντίου — Ἀδαμάντιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀδαμαντίους — Ἀδαμάντιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”